Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2014

Η γλώσσα τού σώματος

   
Ο Αλέξανδρος κατευθύνθηκε προς το μικρό δωμάτιο, όπου πάνω στο κρεβάτι είχε αφήσει τα ρούχα του πριν κάνει μπάνιο. Η Νίκη τον περίμενε καθισμένη δίπλα σε αυτά. Κρατούσε στα χέρια της ένα λεπτό βιβλίο.
   
- Είναι κάποια πράγματα που πρέπει να σου πω, είπε εκείνη κι αμέσως τον κοίταξε με μια επίμονη χαμογελαστή ματιά για να τον καθησυχάσει. Εκείνος την πλησίασε. Ξάπλωσαν μαζί στο κρεβάτι. Ο ένας διπλά στον άλλο. Κι έμειναν να κοιτάζονται έτσι για λίγα λεπτά.
   
Ο Αλέξανδρος έγειρε το κεφάλι του πάνω στο στήθος της κι αφέθηκε εκεί κλείνοντας τα μάτια του σαν μικρό παιδί. Η Νίκη με το ένα χέρι άρχισε να χαϊδεύει τα νωπά μαλλιά του, ενώ με το άλλο κρατούσε το βιβλιαράκι από το οποίο ξεκίνησε να διαβάζει κατά λέξη:
    
Τί δεν μπορεί να πει ο λόγος κι αν δεν μπορεί πώς το λέει; Συνέχεια ο λόγος εξαπατά τον εαυτό του και λέει άλλα αντ' άλλων –ένας άλλος λόγος τον χρησιμοποιεί κι αυτός ο λόγος δεν είναι από λέξεις. Η Μαρία Π. άκουγε καθαρά έναν ρυθμικό ήχο που όσο πήγαινε δυνάμωνε, τον ήχο "γη" που ήταν η λέξη γη· αλλά ο ίδιος αυτός ήχος καθώς επαναλαμβανόταν ακουόταν σαν τον ήχο "μοίρα" και είχε ένα νόημα μοίρας. Αλλά η αλλαγή της έννοιας δεν γινόταν στις σημασίες, ότι η "γη" είναι "μοίρα", κι αυτό θα ήταν κάτι συνηθισμένο και ευεξήγητο –ο ήχος "γη" ηχούσε με τον ήχο "μοίρα". Αυτό σημαίνει πως η ετυμολογία γης και μοίρας πρέπει να είναι κοινή και για τις δύο, και μάλιστα είναι μια ετυμολογία αμιγώς "φωνητική", με τον ίδιο ήχο φωνής κάποτε ο άνθρωπος έλεγε "γη" και "μοίρα". 
   
Ο Αλέξανδρος άνοιξε ξαφνικά τα μάτια του. Ανασηκώθηκε, ακούμπησε απαλά τα δάχτυλά του στα χείλη της Νίκης κι αναφώνησε: - Για μισό λεπτό... το ξέρω αυτό το βιβλίο! Πήρε το βιβλίο στα χέρια του, οι στάσεις των σωμάτων τους αντιστράφηκαν και συνέχισε να διαβάζει από εκεί που είχε διακόψει τη Νίκη:
   
Ξύπνησα ένα πρωί με μια έντονη εικόνα στο μυαλό μου που δεν ήταν μετείκασμα ονείρου ούτε από κείνες τις θολές αισθήσεις που κλείνουν την πομπή του ύπνου: είδα δύο μαύρες πλάκες στυφές (τις έβλεπα να είναι στυφές – πώς βλέπεται η γεύση;) που σα να άνοιγαν, απείχαν ακριβώς 30 εκατοστά του μέτρου και από το φωτεινό τους άνοιγμα –τα χείλη τους τα έσβηνε το φως, κι από το άνοιγμά τους φαινόταν κάτι ζεστό· έβλεπα εκεί μία στεγνή και φωτεινή θερμότητα –πώς βλέπεται η θερμότητα; Από την παράσταση αυτή, που πρέπει να σήμαινε μια ένωσητων αισθήσεων ...
   
- Σσσσς... Τον σταμάτησε τώρα η Νίκη. Ας αφήσουμε για λίγο το βιβλίο. Σε θέλω... Τώρα. Μιλάμε μετά. Και το μετά μπορεί να περιμένει. Εγώ όμως όχι. Τον έπιασε και τον φίλησε. 
   
Την έπιασε και εκείνος. Σαν γη. Σαν μοίρα. Σαν λέξη που μόλις είχε γεννηθεί σε αυτή τη Γη από κάποια γυναίκα που την έλεγαν Μοίρα.
   
Στο δωμάτιο απλώθηκε για κάμποση ώρα σιωπή. Αν εξαιρέσει κανείς το κρεβάτι που έτριζε ρυθμικά, τις βαθιές ανάσες που έβγαιναν ακανόνιστα και τα σώματα που έμειναν να μιλάνε. Ενωμένα και μόνα.
    
Μ.Μ.
  
    
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
    
1. επίμονη χαμογελαστή ματιά: Από κείμενο τής Μαρίας Π.
   
2. Το βιβλίο που κράτησαν διαδοχικά η Νίκη κι ο Αλέξανδρος προτού πέσει στο πάτωμα, έγραφε στο εξώφυλλο:
    
ΓΙΩΡΓΟΣ 
ΧΕΙΜΩΝΑΣ
Η ΔΥΣΘΥΜΗ
ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ
    
3. Οι σελίδες 68-69 έμειναν να κοιτούν βουβά το πάτωμα. Σαν παιδιά που δε θέλουν να δουν τους γονείς τους σε μια εικόνα που τους είναι τόσο άγνωστη όσο κι ο κόσμος στον οποίο εκείνοι επέλεξαν να τα φέρουν.
     

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου